
AegeanReport - Με αγάπη για το Βόρειο Αιγαίο! Ειδήσεις, παράδοση, πολιτική, καλλιτεχνικά, πολιτισμός.
Το εργασιακό τοπίο μεταβάλλεται συνεχώς. Υπάρχουν όμως και ορισμένες σταθερές που εδώ και χρόνια δεν αλλάζουν: Οι εργαζόμενοι στις πλούσιες ευρωπαϊκές χώρες δουλεύουν λιγότερο και βγάζουν περισσότερα. Τι τους διαφοροποιεί από την ανατολική και νότια Ευρώπη.
Η Ελλάδα του 2025 δεν είναι -ακόμα- μια χώρα εργασιακής προόδου. Πλήθος ερευνών δείχνουν το μακρύ δρόμο που έχει να διανύσει για να «κοιτάξει στα μάτια» τις χώρες του βορρά και της δύσης. Εκεί που οι εργαζόμενοι δουλεύουν λιγότερο και βγάζουν περισσότερα.
Τα πρόσφατα ευρήματα της έρευνας για το Ινστιτούτο Εργασίας της ΓΣΕΕ αναδεικνύουν εκτός του μισθολογικού χάσματος τις διαστάσεις της χαμηλής ποιότητας και της αντικοινωνικής και αντιπαραγωγικής οργάνωσης του χρόνου εργασίας, που έχουν αρνητικές επιπτώσεις στην υγεία και την ευημερία των εργαζομένων.
Υψηλοί μισθοί, λιγότερη δουλειά – Στην Ευρωπαϊκή Ένωση υπάρχουν χώρες δύο ταχυτήτων
Σε ένα εργασιακό περιβάλλον που αλλάζει με ταχύτητα η αγοραστική δύναμη των εργαζομένων στην Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) ποικίλλει σημαντικά μεταξύ των κρατών-μελών, όπως αποτυπώνεται από το κατά κεφαλήν ΑΕΠ σε μονάδες αγοραστικής δύναμης (Purchasing Power Standards – PPS). Η Ελλάδα κατατάσσεται στη λίστα της ΕΕ, με τον μέσο προσαρμοσμένο μισθό πλήρους απασχόλησης να είναι μόλις 17.000 ευρώ ετησίως.
Το εργασιακό περιβάλλον αλλάζει με μεγάλη ταχύτητα
Δουλεύουν λιγότερο, κερδίζουν περισσότερα οι εργαζόμενοι
Παράλληλα, γινόμαστε μάρτυρες μιας περιφερειακής διαίρεση που αποτυπώνεται στο γράφημα του Visual Capitalist: οι πλούσιες χώρες του βορρά και της δύσης, συμπεριλαμβανομένων της Ολλανδίας, της Γερμανίας, της Ελβετίας και της Δανίας, έχουν να επιδείξουν συντομότερες εβδομάδες εργασίας και υψηλά ποσοστά απασχόλησης που ξεπερνούν το 75%.
Σύμφωνα με το VC, αυτές οι χώρες αυτές επιτυγχάνουν ισορροπία μεταξύ ευημερίας και προσαρμοστικότητας αναδεικνύοντας τον τρόπο με τον οποίο η οικονομική ισχύς ευθυγραμμίζεται με σύγχρονες, ευέλικτες πρακτικές εργασίας.
Αντίθετα, οι χώρες της ανατολικής και νότιας Ευρώπης, όπως η Ρουμανία, η Βουλγαρία, η Πολωνία και η Ουγγαρία, καθώς και οι μεσογειακές χώρες όπως η Πορτογαλία, η Ελλάδα, η Μάλτα και η Κύπρος, «επενδύουν» σε ένα διαφορετικό μοντέλο που αναδεικνύει τα εργασιακά προγράμματα πλήρους απασχόλησης.
Σύμφωνα πάντα με τα στοιχεία που έχει επεξεργαστεί το Visual Capitalist χώρες όπως η Ολλανδία, η Δανία και η Γερμανία αποτελούν παραδείγματα αποδοτικότητας, καθώς οι εργαζόμενοι δουλεύουν σταθερά έως και τέσσερις ώρες λιγότερο από ό,τι προβλέπεται από το ΑΕΠ τους.
Αντίθετα, σε Λουξεμβούργο, Ελλάδα και Ισλανδία εργάζονται περισσότερες ώρες από ό,τι υποδηλώνει ο πλούτος τους.
Τα στοιχεία μας δείχνουν…
Στη χώρα μας οι συνολικές εβδομαδιαίες ώρες εργασίας ξεπερνούν τις 40 το ποσοστό των εργαζομένων πλήρους απασχόλησης αγγίζει το 70% και ο δείκτης αγοραστικής δύναμης (PPS) φτάνει στο 69 όταν στη Δανία είναι στο 125 με 34,5 ώρες εργασίας εβδομαδιαίως, στο Λουξεμβούργο στο 237 με 38 ώρες εργασίας, στην Ιρλανδία 213 με 36,4 ώρες εργασίας, στη Νορβηγία 171 με 35,7 ώρες εργασίας και στην Ολλανδία 133 με 33,1 ώρες εργασίας.
Τα Πρότυπα Αγοραστικής Δύναμης (Purchasing Power Standards – PPS) είναι ένα στατιστικό εργαλείο που χρησιμοποιείται για τη σύγκριση της οικονομικής ευημερίας και των επιπέδων τιμών μεταξύ διαφορετικών χωρών, λαμβάνοντας υπόψη τις διαφορές στα επίπεδα τιμών και τα νομίσματα. Λειτουργεί ως μια τεχνητή νομισματική μονάδα που εξαλείφει τις επιπτώσεις των διακυμάνσεων των τιμών, επιτρέποντας ουσιαστικές συγκρίσεις οικονομικών δεικτών όπως το ΑΕΠ, το εισόδημα ή η κατανάλωση.
Η Ελλάδα βρίσκεται στις τελευταίες θέσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσον αφορά την εργασιακή ικανοποίηση
Εργασιακή ικανοποίηση
Στο μεταξύ, η Ελλάδα βρίσκεται στις τελευταίες θέσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσον αφορά την εργασιακή ικανοποίηση. Μια μελέτη της Edenred και της Focus Bari κατέγραψε ότι μόλις το 25% των εργαζομένων νιώθει ικανοποίηση από τη δουλειά του, ενώ το 33% αισθάνεται βαθιά δυσαρέσκεια. Το υπόλοιπο 42% των εργαζομένων περιγράφει την εμπειρία του ως «μέτρια ικανοποιητική», αφήνοντας ένα κενό ελπίδας και προσδοκιών.
Τα ευρήματα αυτά επιβεβαιώνονται και από τη Eurostat, η οποία βαθμολογεί την εργασιακή ικανοποίηση στην Ελλάδα με μόλις 6,8 στα 10 – έναν από τους χαμηλότερους μέσους όρους στην Ευρώπη. Συγκριτικά, ο ευρωπαϊκός μέσος όρος αγγίζει το 7,4, υπογραμμίζοντας το χάσμα που υπάρχει ανάμεσα στη χώρα μας και άλλες πιο προνομιούχες εργασιακά περιοχές.
Η εργασιακή δυσαρέσκεια έχει βαθιές και πολυδιάστατες επιπτώσεις. Η μειωμένη παραγωγικότητα, η αυξημένη εναλλαγή προσωπικού και η κακή ψυχική υγεία δημιουργούν ένα τοξικό εργασιακό περιβάλλον. Αυτό, με τη σειρά του, υπονομεύει τη συνολική απόδοση των επιχειρήσεων και ενισχύει το αίσθημα ανασφάλειας.