Η επανάσταση των Γιαγιάδων: 100 χρόνια από την υποστολή της ελληνικής σημαίας στη Σάμο που έγινε ρεμπέτικο τραγούδι και παράσταση Καραγκιόζη

By Ιουνίου 10, 2025
Η επανάσταση των Γιαγιάδων: 100 χρόνια από την υποστολή της ελληνικής σημαίας στη Σάμο που έγινε ρεμπέτικο τραγούδι και παράσταση Καραγκιόζη

Τα δραματικά γεγονότα μεταξύ μιας οικογένειας από τη Σάμο και του ελληνικού στρατού που παραλίγο να οδηγήσει σε εμφύλιο - Η ψύχραιμη στάση των Σαμιωτών, η υποστολή της ελληνικής σημαίας, το κάψιμο της μητέρας των Γιαγιάδων και η επέμβαση του στρατού

Μία από τις σκοτεινές στιγμές της ιστορίας του ελληνικού κράτους είναι τα γεγονότα που έγιναν πριν ακριβώς 100 χρόνια με το πραξικόπημα των Γιαγιάδων στη Σάμο. Οι εμπνευστές του το χαρακτήρισαν επαναστατικό κίνημα, αλλά η ιστορία το κατέταξε ως ληστρική επανάσταση με ρίζες στις πολιτικές και κοινωνικές αναταράξεις της Ελλάδας που προσπαθούσε να επουλώσει τις πληγές της από τον Α Παγκόσμιο Πόλεμο και κυρίως από τη Μικρασιατική καταστροφή του 1922. Τα γεγονότα διαδραματίστηκαν στη Σάμο όπου οι «επαναστάτες» κατέβασαν για μερικά εικοσιτετράωρα την ελληνική σημαία, σόκαραν την χώρα και προκάλεσαν μεγάλη στρατιωτική επέμβαση.

Για να αντιληφθούμε καλύτερα τη σπουδαιότητα των γεγονότων πρέπει να γυρίσουμε το χρόνο στις 2 Μαρτίου 1913 οπότε η Σάμος απελευθερώθηκε από τον Οθωμανικό ζυγό και προσαρτήθηκε στην Ελλάδα. Στην επανάσταση του 1821 η Σάμος πρωτοστάτησε στην απελευθέρωση, παραμένοντας υπό ελληνική διοίκηση αλλά τελικά δεν περιλήφθηκε στις επαρχίες του νεοσύστατου ελληνικού κράτους. Ωστόσο τον Δεκέμβριο του 1832 δημοσιεύθηκε ο «Προνομιακός Χάρτης», ο οποίος ρύθμιζε το καθεστώς του νησιού.

Τα Οθωμανικά προνόμια που χάθηκαν

Σύμφωνα με τον «Προνομιακό Χάρτη» η Σάμος αναγνωρίζονταν ως αυτόνομη ηγεμονία, φόρου υποτελής στον σουλτάνο. Τη διακυβέρνησή της αναλάμβανε ένας χριστιανός διοικητής, ο οποίος θα ορίζονταν από τον σουλτάνο. Και κάπως έτσι κύλησε ένας αιώνας. Ένα μήνα μετά την έκρηξη των Βαλκανικών Πολέμων, στις 11 Νοεμβρίου 1912, η Συνέλευση της Σάμου κήρυξε την «Ένωσιν της Σάμου μετά του Ελευθέρου Ελληνικού Βασιλείου όπως αποτελέση μετ’ αυτού εν αδιαίρετον και ενιαίο Ελληνικό Κράτος» καλώντας την ελληνική κυβέρνηση και τον βασιλιά Γεώργιο Α΄ να αποδεχθούν το ψήφισμά ένωσης με τη μητέρα πατρίδα. Η ελληνική κυβέρνηση δεν έβαλε σε προτεραιότητα του ζήτημα καθώς η έκβαση των πολεμικών και ιδιαίτερα των ναυτικών επιχειρήσεων του Α παγκοσμίου πολέμου δεν είχε ακόμα κριθεί. Οταν φάνηκε ότι ο αγώνας στη θάλασσα κρίθηκε υπέρ του ελληνικού στόλου, η ελληνική κυβέρνηση ασχολήθηκε με το αίτημα και απέστειλε στη Σάμο το θωρηκτό «Σπέτσαι» συνοδευόμενο από άλλα πλοία του στόλου. Στις 2 Μαρτίου 1913 οι Έλληνες στρατιώτες που επέβαιναν στα πολεμικά πλοία αποβιβάστηκαν στο Βαθύ, όπου έγιναν δεκτοί με ενθουσιασμό από τον τοπικό πληθυσμό.

Η απελευθέρωση της Σάμου

Να σημειωθεί πως λίγους μήνες νωρίτερα, (τον Σεπτέμβριο του 1912) είχε προηγηθεί η απόβαση του Θεμιστοκλή Σοφούλη (πολιτικός του κεντρώου χώρου, συνεργάτης του Ελευθερίου Βενιζέλου). Συνοδευόμενος από μια ομάδα ενόπλων, κυρίως Κρητικών και Ικαριωτών, η οποία ενισχύθηκε από πολλούς ντόπιους Σάμιους το κίνημα του Σοφούλη ευνοήθηκε και από τον ιταλο-οθωμανικό πόλεμο που μαίνοταν εκείνη την περίοδο. Οι Ιταλοί είχαν αποκλείσει τα μικρασιατικά παράλια, κάνοντας αδύνατη την αποστολή ενισχύσεων από την Τουρκία για την κατάπνιξη του κινήματος του Σοφούλη το οποίο άνοιξε το δρόμο για την απελευθέρωση. Επιπλέον, ιταλικά πλοία βούλιαξαν ένα πλοίο της οθωμανικής ακτοφυλακής, το οποίο βρισκόταν στο λιμάνι του Βαθέος. Τελικά η Σάμος απελευθερώθηκε. Τα πράγματα όμως δεν εξελίχθηκαν ρόδινα για οικογένειες του νησιού που είχαν οφέλη από τα οθωμανικά προνόμια. Η Σάμος μπορεί να ενώθηκε με την Ελλάδα αλλά η χώρα είχε σε προτεραιότητα την επιβίωση, την διαχείριση 1,5 εκατομμυρίου προσφύγων από τη Μικρά Ασία και έτσι η Σάμος έχασε τα προνόμοια που είχαν από τη χαλαρή διοίκηση των Οθωμανών.

1.jpg

Ο πυρήνας των Γιαγιάδων

Μία από τις οικογένειες που αντέδρασαν σφόδρα με τη νέα τάξη πραγμάτων και τις επιπτώσεις για την οικονομική και εμπορική ζωή του νησιού που έφερε η ένωση με την Ελλάδα, ήταν η ισχυρή οικογένεια των Γιαγιάδων και πιο συγκεκριμένα ο Ιωάννης, ο Κωνσταντίνος, ο Κίμων και ο Γιώργος Γιαγιάς (η Γιαγάς ή Γιάγιας). Υπήρχε βαρύ πολιτικό υπόβαθρο καθώς οι Γιαγιάδες ήταν αντίπαλοι του Βενιζέλου και του Σοφούλη και είχαν φιλοβασιλικά κίνητρα. Οι Γιαγιάδες την περίοδο 1912-13 είχαν υποστηρίξει την ένωση της Σάμου με την Ελλάδα με μία βασική διαφορά: Ηθελαν να διατηρήσει η Σάμος προνόμια αυτονομίας που είχε επί Οθωμανικής ηγεμονίας. Από το 1913 έως το 1925 το νησί έχασε την οικονομική του ανάπτυξη και οι Γιαγιάδες περίμεναν την ευκαιρία για να κηρύξουν την ανεξαρτησία του νησιού.

Εκαψαν τη μητέρα των Γιαγιάδων

Έτσι στα χρόνια του Εθνικού διχασμού οι Γιαγιάδες συντάχθηκαν ενεργά με τον Βασιλιά, συμμετέχοντας σε βιαιοπραγίες εις βάρος των Βενιζελικών της Σάμου, ενώ ενοχοποιήθηκαν για το θάνατο έξι χωροφυλάκων που κατάγονταν από την Κρήτη. Η απάντηση από τα καταδιωκτικά αποσπάσματα των Βενιζελικών Αμυνητών ήταν σκληρή, ενώ στο μεταξύ άνοιξε βεντέτα μεταξύ των Γιαγιάδων και χωροφυλάκων από την Κρήτη. Σε ένοπλες συγκρούσεις υπήρχαν θύματα και μεταξύ αυτών έξι χωροφύλακες από την Κρήτη. Ανήμερα των Φώτων του 1917 οι Γιαγιάδες βρίσκονταν για βάφτιση στο ορεινό χωριό Κοσμαδέσι. Το χωριό περικυκλώθηκε. Οι Αμυνητές και οι χωροφύλακες πυρπόλησαν το χωριό, συνέλαβαν, βασάνισαν και έκαψαν ζωντανή στην πλατεία του χωριού τη μητέρα των Γιαγιάδων αφού πρώτα την ανέκριναν να μαρτυρήσει που κρύβονταν τα παιδιά της. Ο Γιώργος Γιαγιάς που ήταν και ο πιο αμέτοχος παραδόθηκε, αλλά οι Κρητικοί τον αποκεφάλισαν και περιέφεραν το κεφάλι του στα χωριά της Σάμου για παραδειγματισμό. Ο Ιωάννης, ο Κωνσταντίνος και ο Κίμων συνελήφθησαν και μεταφέρθηκαν στην Αθήνα σιδεροδέσμιοι. Μετά από μεγάλες περιπέτειες και πρωτοβουλίες του αντιπάλου τους Σοφούλη που ήταν διαλακτικός ακολούθησε η απελευθέρωση τους και κατέφυγαν αρχικά στην ιταλοκρατούμενη Πάτμο και στους Αρκιούς. Ο Ιωάννης Γιαγιάς, λόγιος της οικογένειας, διορίστηκε σε κρατική θέση στην Ικαρία σε μία προσπάθεια να κατευνάσει τα πνεύματα.

2.jpg

 

Πρώτη εξέγερση το 1922

Το χάσμα όμως μεταξύ των Γιαγιάδων και των κεντρώων κυβερνήσεων ήταν αγεφύρωτο. Τον Οκτώβριο του 1922 οι Γιαγιάδες προσπάθησαν να οδηγήσουν τους Σαμιώτες σε εξέγερση για αυτονομία αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Ακολούθησαν πολλά επεισόδια, οι Γιαγιάδες κρύβονταν στα ιταλοκρατούμενα Δωδεκάνησα και περίμεναν την κατάλληλη ευκαιρία μέσα από μία κυβερνητική κρίση. Αυτή ήρθε τον Ιούνιο του 1925 επί της προβληματικής κυβέρνησης Μιχαλακόπουλου.

Απαλοτρίωσαν 1,5 εκατομμύριο δραχμές

Στις 6 Ιουνίου 1925 οι Γιαγιάδες με την υποστήριξη των αδελφών Παντελόγλου και περίπου 500 οπαδών τους και ανθρώπων που είχαν στη δούλεψη τους εισέβαλλαν στον Μαραθόκαμπο και ύστερα στο Καρλόβασι και στο Βαθύ. Αφόπλισαν τις αστυνομικές και τις στρατιωτικές δυνάμεις οι οποίες κυριολεκτικά πιάστηκαν στον ύπνο, ενώ αιχμαλώτισαν τον αρχηγό της Χωροφυλακής Χριστακόπουλο. Κατέλαβαν τη Νομαρχία, το Δημαρχείο, το τηλεγραφείο και απελευθέρωσαν τους κρατούμενους στις φυλακές του νησιού. Οι Μέχρι εκεί για πολλούς οι Γιαγιάδες ήταν ήρωες. Όταν όμως οι Γιαγιάδες «απαλοτρίωσαν» 415.000 δραχμές από το κρατικό ταμείο του νησιού και περίπου 1.000.000 από την Εθνική Τράπεζα με τις οικονομίες των ντόπιων το κλίμα άλλαξε και τα κίνητρα τους θεωρήθηκε πως ήταν οικονομικά. Η κίνηση αυτή ανησύχησε ακόμα περισσότερο τη συντριπτική πλειοψηφία του ντόπιου πληθυσμού οι οποίοι έως το τέλος της κρίσης επέλεξαν να διατηρήσουν ουδέτερη στάση και να μην ανταποκριθούν μαζικά στην επαναστατική κίνηση των Γιαγιάδων οι οποίοι το προχώρησαν ακόμα πιο πέρα:

Συνέλαβαν τους στρατιώτες και τους χωροφύλακες

Ο Ιωάννης Γιαγιάς εξέδωσε προκήρυξη για αυτονομία της Σάμου «για να λυτρωθεί» καθώς και την παραίτηση της κυβέρνησης, διάλυση της Βουλής και σύγκληση συλλαλητηρίου απευθυνόμενοι και στους προξένους των ξένων δυνάμεων. Ο δήμαρχος και οι δικαστικές αρχές συνελήφθησαν. Ο λιμενάρχης διέφυγε στην Μυτιλήνη. Ο διοικητής Χριστακόπουλος και οι υπόλοιποι χωροφύλακες αφέθηκαν ελεύθεροι να μεταβούν στην Χίο, ενώ 40 στρατιώτες «συνελήφθησαν κοιμόμενοι». Μάλιστα τόσο ο Χριστακόπουλος, όσο και οι αξιωματικοί του Στρατού πέρασαν στρατοδικείο επειδή δεν είχαν αντιληφθεί τα σχέδια των Γιαγιάδων.

Κήρυξαν επιστράτευση

Οι Γιαγιάδες κήρυξαν επιστράτευση, αλλά μπροστά στην απροθυμία των Σαμιωτών φέρεται να δωροδόκησαν μερικές δεκάδες χωρικούς που δέχτηκαν να εξοπλιστούν (με τα όπλα που κατέσχεσαν από τον στρατόπεδο και τη χωροφυλακή) και να στηρίξουν την «επανάσταση» για ανεξαρτησία του νησιού. Οι Γιαγιάδες και οι οπαδοί τους σε μία από τις πιο μαύρες στιγμές για την ιστορία του νησιού κατέβασαν την Ελληνική σημαία και ύψωσαν τις τρεις των δυνάμεων της Αντάντ (Αγγλίας, Γαλλίας, Ιταλίας). Και όλα αυτά ενώ στα γειτονικά Δωδεκάνησα η Ιταλία είχε επιβάλει την κυριαρχία της. Ήταν φανερό πως έπαιζαν με τη φωτιά και ήταν θέμα χρόνο να πέσει πάνω τους η οργή της κυβέρνησης.

Δραματικό τηλεγράφημα: «Με κίνδυνο της ζωής μου»!

Η εφημερίδα «Eμπρός» με έκτακτη πρωινή έκδοση στις 7 Ιουνίου 1925 μεταδίδει δραματική έκκληση του τηλεγραφητή Σάμου. Δημοσιεύει το τηλεγράφημα του για τα γεγονότα το οποίο κόβεται επειδή οι οπαδοί των Γιαγιάδων έκοψαν τη γραμμή: «Με κίνδυνο ζωής μου σαν τηλεγραφώ εδώ επαναστάτησαν πάλι οι Γιαγιάδες. Εγώ είμαι στον τηλέγραφο και σας τηλεγραφώ. Λένε πως κόψανε τη γραμμή, αλλά έχουν λάθος. Τρέξατε. Ειδοποιήσατε τα Αρχάς να μας σώσετε...».

3.jpg

Στο μεταξύ, από τη Χίο και Μυτιλήνη οι αξιωματικοί που είχαν φύγει κυνηγημένοι από τη Σάμο έστελναν συνεχώς δραματικά τηλεγραφήματα στην Αθήνα για να στείλει στρατό για να καταστείλει την εξέγερση. Εκτιμούσαν δε πως οι υποστηρικτές των Γιαγιάδων ήταν 2.000. Το νέο έσκασε σαν βόμβα στην Αθήνα και αποτέλεσε ένα ισχυρό σοκ για την κοινή γνώμη. Οι φιλοκυβερνητικές εφημερίδες κατηγόρησαν τους βασιλόφρονες για την εξέγερση λόγω του πολιτικού παρελθόντος των Γιαγιάδων, ενώ οι αντιβενιζελικές εφημερίδες δεν υιοθέτησαν το κίνημα, αλλά υπογράμμιζαν το πλήρες ξεχαρβάλωμα και την ταπείνωση του κράτους από μια ομάδα ληστών.

Αντιτορπιλικά πλέουν προς Σάμο

Ο Κονδύλης αντέδρασε ακαριαία κηρύσσοντας τον στρατιωτικό νόμο στο νησί και κινητοποιώντας τον κρατικό μηχανισμό. Χαρακτηριστικό της σοβαρότητας της κατάστασης ήταν πως δεν έστειλε μονάδες από την Χίο και τη Μυτιλήνη επειδή δεν τις θεωρούσε αξιόμαχες, αλλά έστειλε μικτή δύναμη 1.0000 ανδρών από επιλέκτους στρατιώτες των μονάδων των Αθηνών που ήταν πιστές στην κυβέρνηση. Με την υποστήριξη των αντιτορπιλικών «Λέων», «Ιέραξ» και «Αετός» και τα ανιχνευτικά «Σφενδονή» και «Βέλος» δόθηκε διαταγή της επέμβασης. Παράλληλα τέθηκε σε επιφυλακή και το «Αβέρωφ» για παν ενδεχόμενο.

5.jpg

Απόβαση πεζοναυτών

Η δύναμη τέθηκε υπό τις διαταγές του πλοιάρχου Ιωάννη Δεμέστιχα ο οποίος αρχικά προχώρησε στον αποκλεισμό της Σάμου. , ενός ικανού ναυτικού που ενήργησε με ικανότητα, αποκλείοντας το νησί με τον στόλο που διέθετε. Ττην Δευτέρα 8 Ιουνίου αποβιβάστηκαν στο νησί οι δυνάμεις πεζοναυτών και κατέλαβαν σύντομα τον Μαραθόκαμπο. Η απόβαση υποστηρίχθηκε από πυρά των πλοίων, όπως αποδείχθηκε, χωρίς να υπάρχει λόγος, καθώς οι λίγοι στασιαστές είχαν καταφύγει στο εσωτερικό. Ο Δεμέστιχας συνέλεξε πληροφορίες για την κατάσταση που επικρατούσε στο νησί και κατάλαβε πως δεν είχε πολλά να φοβηθεί.

6.jpg

Η... δεύτερη απελευθέρωση

Μέχρι την Τρίτη το μεσημέρι 9 Ιουνίου 1925 το Βαθύ, το Καρλόβασι αλλά και όλα τα χωριά της Σάμου είχαν απελευθερωθεί, οι στασιαστές είχαν καταφύγει στα ορεινά της Σάμου. Ο Δεμέστιχας διεξήγαγε ανακρίσεις για το πως επικράτησε η στάση των Γιαγιάδων ενημερώνοντας την Αθήνα ότι δεν υπήρχε πλέον λόγος για αποστολή του Αβέρωφ η άλλων ενισχύσεων καθώς το κίνημα των Γιαγιάδων είχε εκφυλιστεί. Οι περισσότερες ένοπλες συμμορίες συνελήφθησαν, αλλά οι Γιαγιάδες κατάφεραν να διαφύγουν στην Μικρά Ασία αποκομίζοντας μια λεία περίπου ενός εκατομμυρίου δραχμών.

8.jpg

Αμνηστία και ΚΚΕ

Μετά από ένα χρόνο (1926) η οικουμενική Κυβέρνηση Αλέξανδρου Ζαΐμη έδωσε αμνηστία στους Γιαγιάδες που επιστρέφουν και εγκαθίστανται μόνιμα στην Σάμο, ενώ ο Ιωάννης Γιαγιάς συμμετέχει στις εκλογές του 1928 ως ανεξάρτητος υποψήφιος. Οι Γιαγιάδες συμμετέχουν εκ νέου σε βίαια επεισόδια, συλλαμβάνονται και φυλακίζονται. Στην φυλακή οι Γιαγιάδες αποτινάσουν το φιλοβασιλικό τους παρελθόν, συνδέονται με μέλη του ΚΚΕ που έχουν συλληφθεί με την διαδικασία του Ιδιώνυμου και μετά από σύντομες διαπραγματεύσεις προσχωρούν στο κόμμα των Εργατών. Ο Ιωάννης αρχίζει να αρθρογραφεί στον «Ριζοσπάστη» και στις εκλογές του 1933 είναι ένας από τους δύο υποψηφίους του ΚΚΕ στην Σάμο, συλλαμβάνεται εκ νέου για κομμουνιστική δράση και φυλακίζεται ως το 1935. Εκεί τερματίζεται και η πολιτική συμπόρευση των Γιαγιάδων με το ΚΚΕ.

9.jpg

 

Αμετανόητοι οι Γιαγιάδες

Το 1935 ο Γιάννης Γιαγιάς δημοσιεύει άρθρο του στην τοπική εφημερίδα των Βασιλοφρόνων «Σάμος» όπου θα καλεί τους φίλους του να στηρίξουν τον Βασιλιά Γεώργιο Β΄ στο επικείμενο δημοψήφισμα. Η τελευταία μας πληροφορία βρίσκει τους Γιαγιάδες στην κατοχή να αντιτίθενται στο ΕΑΜ και η κομμουνιστική οργάνωση να προσπαθεί αποτυχημένα να τους δολοφονήσει και ο Γιαγιάς μεταπολεμικά να πρωτοστατεί στην εξολόθρευση των αριστερών στο νησί.

11.jpg

Ήρωας του Καραγκιόζη και του Ρούκουνα

Η επιδρομή των Γιαγιάδων είχε αναμφίβολα ληστρικό χαρακτήρα και ανέδειξε το σοβαρό πρόβλημα δημόσιας ασφάλειας που αντιμετώπιζε η νησιωτική Ελλάδα, αλλά και το πλήρες ξεχαρβάλωμα της δημόσιας διοίκησης μετά το ανεπανόρθωτο πλήγμα της Μικρασιατικής καταστροφής. Τα «κατορθώματα» των Γιαγιάδων στην Σάμο έμειναν για πάντα χαραγμένα στην μνήμη της τοπικής κοινωνίας και απαθανατίστηκαν από την λαϊκή τέχνη με ρεμπέτικα τραγούδια του Κώστα Ρούκουνα, αλλά και από τον καραγκιοζοπαίχτη Σπυρόπουλο με την παράσταση: «Οι λήσταρχοι Γιαγιάδες και το κάψιμο της μάνας». 

Οι Γιαγιάδες

Στης Σάμου τα ψηλά βουνά στου Κέρκη τα λημέρια εκεί ξεχείμαζε ο Γιαγιάς
Είχε για τροφοδότη του έναν εξάδελφό του Κοκκώνη τον ελέγανε
Αυτός του έκανε γλυκά και του ’βαλε φαρμάκι και ένα πρωί του τα έδωσε
Εκεί που έπινε νερό να σβύσει τη φωτιά του άξαφνα πυροβολισμοί καρφώσαν την καρδιά του
Και ο Κοκκώνης φώναξε, κόψτε παιδιά την κεφαλή του για το Βαθύ να πάμε την αμοιβή να πάρουμε.

Σύνθεση-Ερμηνεία: Κώστας Ρούκουνας. Ηχογραφήθηκε το 1934 από την Columbia.

 

Κάψαν τη μάνα των Γιαγιάδων
Μια μάνα είχαν τα παιδιά οι ξακουστοί Γιαγιάδες
ήταν λεβέντισσα κι αυτοί όπως και τα παιδιά της
Δεν έφταιξε ποτέ αυτή κι άδικα την επιάσαν
πετρέλαιο της ρίξανε και ζωντανή τη κάψαν
Την ώρα που την καίγανε φωνάζει τα παιδιά της
να την γλιτώσουνε από τα βάσανά της

Σύνθεση-Ερμηνεία: Κώστας Ρούκουνας. Ηχογραφήθηκε το από την Odeon Ελλάδος το 1934.

 

Στη Σάμου τα περίχωρα
Στη Σάμου τα περίχωρα σε ένα χωριό στον Κέρκη
μια νύχτα τ ’αποσπάσματα ανοίξανε ντουφέκι
οι σφαίρες πέφτανε βροχή δεκάδες δωδεκάδες
να πιάσουν τους ξακουστούς και τρομερούς Γιαγιάδες
κείνο το βράδυ σκότωσαν το Γιώργο απ’ τους Γιαγιάδες
αλλά κι απ’ τα αποσπάσματα κλάψαν πολλές μανάδες

Σύνθεση-Ερμηνεία: Κώστας Ρούκουνας Ηχογραφήθηκε το 1936 από την Odeon.

 

 

 

ΠΗΓΗ 

Rate this item
(0 votes)